1.Η ΑΤΤΙΚΗ ΟΔΟΣ έχει νέο διαχειριστή. Η προ διετίας χιονόπτωση ανέδειξε τις αδυναμίες πρόσβασης και διεξόδου σε έκτακτες συνθήκες. Ο δρόμος παραμένει μια αστική «διώρυγα» ή και Τούνελ σε μεγάλο μήκος. Η παράπλευρη προσέγγιση και διαφυγή θα έπρεπε να έχει τεθεί στο δημόσιο διάλογο και να έχουν προχωρήσει λύσεις. Έχει τέτοιες υποχρεώσεις ο νέος ανάδοχος λειτουργίας της οδού; Κι αν ναι ποιες; Κατά τη διαγωνιστική διαδικασία και την υπογραφή της νέας σύμβασης δεν ακούσαμε/διαβάσαμε κάτι σχετικό. Ανάλογα προβλήματα υπάρχουν και σε κλειστούς αυτοκινητόδρομους της περιφέρειας. Το ελάχιστο που οφείλει η πολιτεία είναι ο εντοπισμός και η προετοιμασία των υπηρεσιών για το «έκτακτο» συμβάν. Ακόμη καλύτερα ο εντοπισμός των αιτίων (σχεδιασμός, υλοποίηση, συντήρηση κλπ.), η λήψη μέτρων άρσης επικινδυνότητας αλλά και ο καταλογισμός ευθυνών. Τουλάχιστον η επισήμανση τους μιας και μετά την απομάκρυνση από το (δημόσιο) ταμείο, ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Τα λάθη βαραίνουν πάντα τους φορολογούμενους. Αντιστρέφοντας το σύνθημα του «υπέχω δε» (κατά Γιάννη Καλαϊτζή), «Τα έργα θα είναι προσωρινά. Η ενόχληση θα είναι μόνιμη!».
2.Η Περιφέρεια Αττικής δαπανά χρήματα για την οδική ασφάλεια. Πολλά χρήματα και χρειάζονται περισσότερα. Δικαιολογείται η σκοπιμότητα, δικαιώνεται ο προγραμματισμός, οι προτεραιότητες; Επιλέχθηκε η αντικατάσταση των σηματοδοτών. Φανάρια υπήρχαν αλλά κρίθηκε αναγκαία η αντικατάσταση τους. Τεράστιες οι ελλείψεις σε στηθαία ασφαλείας, νεκροί κάθε τόσο στη Παραλιακή, μνημόσυνα από εφημέριους και μητροπολίτες αλλά οι σχετικές μητροπολιτικές υποδομές για ανάσχεση συγκρούσεων στις καλένδες. Ποια παράταξη στο Περιφερειακό Συμβούλιο επιμένει σε αυτά τα καθημερινά μνημεία απονιάς; Ποιος σύμβουλος ή/και παράταξη κοιτάζει ψηλά να δει πως ο χρυσοπληρωμένος φωτισμός κρύβεται από δέντρα, ακατάλληλα για νησίδες οδών; Πληθαίνουν οι παλλόμενες φωτεινές πινακίδες που θαμπώνουν τους οδηγούς. Σε βενζινάδικα κι άλλες παρόδιες επιχειρήσεις με ακατάλληλες ή/και παράνομες πινακίδες, σε στάσεις με εναλλασσόμενα διαφημιστικά, κόκκινα και πράσινα. Από κοντά και δήμοι. Η απορρόφηση θέλει αγώνα. Παλλόμενες πινακίδες διάβασης σχολείων θαμπώνουν το βράδυ τους οδηγούς, όταν τα σχολεία είναι κλειστά! STOP αναβοσβήνουν ως φλας φωτορεπόρτερ. Τα μάτια αργούν να συνέλθουν και το «μοιραίο» επέρχεται. Ήταν θέλημα Θεού; Όχι, ήταν/είναι αχρείαστη απορρόφηση δημόσιων πόρων σε βάρος της ασφάλειας μας. Δεξιές, Πασοκικές ή/και μεταπασοκικές, κομμουνιστικές κ.ά. διοικήσεις επιλέγουν ή/και συνυπάρχουν με τις παγίδες μαζί με συναινετικές «αντιπολιτεύσεις». Έχουν διατυπωθεί αντιρρήσεις, υπήρξαν αντιδράσεις για τέτοιες μικροδαπάνες;
3.Ανησυχούν δήμαρχοι και άλλοι για το κίνδυνο πλημμύρας π.χ. περί το Κηφισό Ποταμό. Η λέξη ποταμός υπογραμμίζεται διότι το ξεχνάμε ότι ο δρόμος κρύβει ποτάμι. Ας δούμε το παράδειγμα των λεκανών του Όρους Αιγάλεω (ναι υπάρχει και τέτοιο βουνό), που καταλήγουν στο Κηφισό. Κρίσιμα αντιπλημμυρικά έργα που έδωσαν ανάσα στη Νίκαια και πέριξ περιοχές, αποδείχθηκαν αδύναμα όταν νομιμοποιήθηκε η αυθαίρετη δόμηση στον Άνω Κορυδαλλό (Σχιστό Κορυδαλλού) με εξωφρενικούς, επικίνδυνους όρους. Κάλυψη οικοπέδων στο 80%, πρακτικά τσιμέντωμα 100% και έξι ορόφους στη πράξη. Αυτό ορίστηκε στις διατάξεις «προστασίας» του Όρους Αιγάλεω (ν. 2742/1999, άρθρο 21).
Στέγαση δικαιούνται όλοι οι άνθρωποι. Υπεραξίες γης σε βάρος ζωών συνανθρώπων ουδείς. Έτσι η κεντρική οδός του οικισμού λέγεται «Ποταμού»! Αν θέλαμε κυριολεξία θα ονομάζαμε το δρόμο «πλημμυρικών επεισοδίων», πάντα «έκτακτων» κατά τη πολιτεία… Τι ετοιμάζεται για το πολύπαθο βουνό, στη πολύπαθη Αττική, με τους πολύπαθους κατοίκους; Περαιτέρω αστικοποίηση, τσιμέντωμα και μεγαλύτερες πλημμύρες. Τι λένε γι’ αυτό δήμαρχοι, αλλά και καθηγητές, ειδικώς αυτοί που ανακριβώς διατύπωσαν στο ρυθμιστικό σχέδιο Αθήνας(ΡΣΑ), θολότητα ως προς τα όρια προστασίας; Μα τα όρια μπήκαν σαφώς σε χάρτη το 1999. Ποιοι δε γνωρίζουν να διαβάζουν χάρτη; Πάντως όχι μηχανικοί και επενδυτές!
Πολλά τα Αττικά παράδοξα κι ανείπωτα. Μακάρι να αφορούν μόνο τις τσέπες μας. Δυστυχώς η πρόσφατη ιστορία βαραίνει από θύματα στον διαρκή πόλεμο με τη κακομοιριά.
Κίμων Ε. Φουντούλης